Προσωρινή συμφωνία για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών στην ΕΕ.
Στις 11 Απριλίου 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της «Νέας Συμφωνίας για τους Καταναλωτές», πρότεινε, μεταξύ άλλων, νομοθετική πρόταση αναφορικά με την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την προστασία των καταναλωτών, ιδίως υπό το πρίσμα των ψηφιακών εξελίξεων. Η νομοθετική πρόταση αυτή περιλάμβανε τροποποιήσεις σε τέσσερις βασικές οδηγίες που αφορούν τα οικονομικά συμφέροντα του καταναλωτή. Πρακτικά οι περισσότερες τροποποιήσεις αφορούσαν την οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές αλλά και την οδηγία 2011/83/EΕ σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών (οι λοιπές δύο οδηγίες που τροποποιούνταν ήταν η οδηγία 93/13/ΕΟΚ σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων και η οδηγία 98/6/ΕΚ σχετικά με την αναγραφή των τιμών).
Η εν λόγω νομοθετική πρόταση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η απάντηση τόσο στα αποτελέσματα του ελέγχου καταλληλόλητας και αποδοτικότητας (REFIT) της νομοθεσίας της ΕΕ για τη προστασία των καταναλωτών, και της αξιολόγησης της οδηγίας 2011/83/EΕ, που δημοσιεύθηκαν από κοινού στις 23 Μαΐου του 2017, όσο και στις πρόσφατες διασυνοριακές παραβάσεις του δικαίου της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών και, ιδίως, του σκανδάλου «Dieselgate».
Στις 21 Μαρτίου 2019 οι διαπραγματευτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ κατέληξαν σε προσωρινή συμφωνία αναφορικά με τη εν λόγω νομοθετική πρόταση επιλέγοντας να προβούν σε τροποποιήσεις κυρίως αναφορικά με την Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές αλλά και την οδηγία 2011/83/EΕ σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών. Συγκεκριμένα τα νομοθετικά όργανα της ΈΕ έχουν καταλήξει σε πέντε βασικές τροποποιήσεις αναφορικά με τις εν λόγω Οδηγίες οι οποίες θα λειτουργήσουν ως πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας για τη προστασία των καταναλωτών:
- Μέσα έννομης προστασίας για τους καταναλωτές: Ο καταναλωτής που θα έχει υποστεί ζημία από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές θα έχει πρόσβαση σε αναλογικά και αποτελεσματικά ατομικά μέσα έννομης προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αποζημίωσης και, κατά περίπτωση, της μείωσης της τιμής ή του τερματισμού της σύμβασης. Τα κράτη μέλη θα μπορούν να καθορίζουν τους όρους εφαρμογής και τις επιπτώσεις των εν λόγω μέσων έννομης προστασίας και να λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, τη σοβαρότητα και τη φύση της αθέμιτης εμπορικής πρακτικής, τις ζημίες που υπέστη ο καταναλωτής και άλλες σχετικές περιστάσεις.
- Πρόσθετες ειδικές υποχρεώσεις προσυμβατικής ενημέρωσης σε συμβάσεις που συνάπτονται σε επιγραμμικες (ηλεκτρονικές) αγορές: Προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί στο πλαίσιο σύμβασης που συνάπτεται σε μια επιγραμμική αγορά (π.χ. Amazon, AirBnb, Skyscanner και eBay) ο πάροχος μιας τέτοιας αγοράς θα πρέπει να του παρέχει, μεταξύ άλλων, γενικές πληροφορίες σχετικά με τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη, των προσφορών που παρουσιάζονται στον καταναλωτή ως αποτέλεσμα του ερωτήματος αναζήτησης και τη σχετική σημασία των εν λόγω παραμέτρων έναντι άλλων. Επίσης θα πρέπει να τον ενημερώνει κατά πόσον ο τρίτος που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο είναι έμπορος ή όχι, με βάση τη δήλωση του εν λόγω τρίτου στην επιγραμμική αγορά και σε περίπτωση που δεν είναι έμπορος, ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών που απορρέουν από την σχετική νομοθεσία της ΕΕ δεν ισχύουν για τη σύμβαση.
- Προϊόντα δύο ποιοτήτων: Ο καταναλωτής θα προστατεύεται για πρώτη φορά από προϊόντα δύο ποιοτήτων. Θα προστατεύεται δηλαδή από κάθε μάρκετινγκ αγαθού, σε ένα κράτος μέλος, το οποίο διατίθεται στην αγορά ως πανομοιότυπο με αγαθό που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας σε διάφορα άλλα κράτη μέλη, ενώ το εν λόγω αγαθό στη πραγματικότητα έχει σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά. Παρόλο που η Επιτροπή είχε προτείνει μια τέτοια πρακτική να ενταχθεί στο κατάλογο των «μαύρων» αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, που θεωρούνται δηλαδή αθέμιτες σε κάθε περίπτωση και ανευρίσκονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2005/29/ΕΚ, μετά από παράκληση του Συμβούλιου της ΕΕ, μια τέτοια πρακτική θα εξετάζεται τελικά υπό το πρίσμα της παραπλανητικής εμπορικής πρακτικής, βάσει του Άρθρου 6 της Οδηγίας.
- Νέες «μαύρες»αθέμιτες εμπορικές πρακτικές: Παρά τη μη ένταξη των προϊόντων δύο ποιοτήτων στη «μαύρη λίστα», ο καταναλωτής θα προστατεύεται από κάποιες καινούργιες εμπορικές πρακτικές οι οποίες θα θεωρούνται αθέμιτες σε κάθε περίπτωση. Μεταξύ άλλων στη περίπτωση α) παροχής αποτελεσμάτων αναζήτησης μετά την υποβολή ερωτήματος επιγραμμικής αναζήτησης εκ μέρους του καταναλωτή χωρίς να κοινοποιείται σαφώς τυχόν διαφήμιση επί πληρωμή ή καταβολή τιμήματος ειδικά για την επίτευξη υψηλότερης κατάταξης προϊόντων, β) δήλωσης ότι οι αξιολογήσεις ενός προϊόντος υποβάλλονται από καταναλωτές που όντως χρησιμοποίησαν ή αγόρασαν το προϊόν χωρίς να έχουν ληφθεί εύλογα και αναλογικά μέτρα προκειμένου να ελεγχθεί ότι προέρχονται από τους εν λόγω καταναλωτές και γ) υποβολής ή ανάθεσης σε άλλο νομικό ή φυσικό πρόσωπο της υποβολής ψευδών αξιολογήσεων ή θετικών κριτικών καταναλωτών ή η διαστρέβλωση των αξιολογήσεων ή των θετικών κριτικών καταναλωτών, με σκοπό την προώθηση προϊόντων.
- Κυρώσεις: Σε περίπτωση εκτεταμένης παραβίασης της νομοθεσίας που επηρεάζει τους καταναλωτές σε διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ, οι εθνικές αρχές θα έχουν την εξουσία να επιβάλλουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις με συντονισμένο τρόπο. Συγκεκριμένα τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι όταν πρόκειται να επιβληθούν πρόστιμα, το μέγιστο ύψος των εν λόγω προστίμων πρέπει να ισούται τουλάχιστον με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου στο οικείο κράτος μέλος ή στα οικεία κράτη μέλη. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του εμπόρου, τα κράτη μέλη θα πρέπει θεσπίσουν τη δυνατότητα επιβολής προστίμων, το μέγιστο ύψος των οποίων θα είναι τουλάχιστον 2 εκατομμύρια ευρώ.
Η Eπιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (COPERER) και η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (IMCO) έχουν προχωρήσει στην έγκριση της προσωρινής συμφωνίας στις 29 Μαρτίου και στις 2 Απριλίου 2019 αντίστοιχα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε επίσημα τη συμφωνία στις 17 Απριλίου 2019. Στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας αναμένεται τώρα και η επίσημη υιοθέτηση της συμφωνίας από το Συμβούλιο της ΕΕ.
Εξετάζοντας ενδελεχώς τις προαναφερόμενες τροποποιήσεις κανείς μπορεί να σχολιάσει ότι, στη θεωρία, αποτελούν μια πολύ καλή προσπάθεια για την επίλυση κάποιων εκ των βασικών προβλημάτων που εντοπίστηκαν τόσο στο πλαίσιο του ελέγχου REFIT της νομοθεσίας της ΕΕ για τη προστασία των καταναλωτών όσο και ενόψει των επιπτώσεων του σκανδάλου «Dieselgate» σε επίπεδο ΕΕ. Συγκεκριμένα η εισαγωγή ατομικών μέσων έννομης προστασίας όπως η δυνατότητα αποζημίωσης για την πρόκληση ζημιών είναι μια προσθήκη τεράστιας σημασίας για τη προστασία του καταναλωτή στη πράξη. Επίσης κανείς παρατηρεί ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις παρουσιάζουν σε αρκετά σημεία βελτίωση και αναβάθμιση συγκριτικά με τις αρχική νομοθετική πρόταση της Επιτροπής τον Απρίλιο του 2018. Ειδικότερα μπορεί να σημειωθεί ότι στο κείμενο της προσωρινής συμφωνίας αποσαφηνίζεται σε μεγάλο βαθμό το περιεχόμενο του νέου Άρθρου 6α της Οδηγίας 2011/83/ΕΕ αναφορικά με τις πρόσθετες ειδικές υποχρεώσεις προσυμβατικής ενημέρωσης σε συμβάσεις που συνάπτονται σε επιγραμμικές (ηλεκτρονικές) αγορές. Παρόλα αυτά γίνεται εξίσου αντιληπτό ότι οι τροποποιήσεις αυτές στη πράξη δυνατόν να μην είναι τόσο ξεκάθαρες και ολοκληρωμένες όσο φαντάζουν στη θεωρία. Συγκεκριμένα κάνεις μπορεί να αναφερθεί, μεταξύ άλλων, ότι το λεκτικό που χρησιμοποιείται σε μερικά σημεία είναι γενικό και αόριστο αφήνοντας περιθώρια διαφοροποίησης σε εθνικό επίπεδο, ενώ σε άλλα είναι υπερβολικά συγκεκριμένο. Ως εκ τούτου αναμένουμε για την εφαρμογή τους στη πράξη η οποία θα κρίνει ουσιαστικά την συνεισφορά και την αποτελεσματικότητα της συμφωνίας αυτής για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών στην ΕΕ.